Οι βάρδοι ήταν πλανόδιοι ποιητές και τραγουδιστές των Γαλατών και των άλλων κελτικών φυλών, που έψαλλαν τα κατορθώματα των ηρώων και των θεών, όπως οι αρχαίοι Έλληνες ραψωδοί. Οι βάρδοι τραγουδούσαν με τη συνοδεία άρπας.

Οταν οι Ρωμαίοι κατάκτησαν τη βορειοδυτική Ευρώπη, όπου κατοικούσαν, αρκετοί από τους τραγουδιστές αυτούς κατέφυγαν στη Σκοτία, την Ουαλία και την Ιρλανδία. Στις νέες περιοχές που πήγαν, αναγνωρίστηκε το έργο τους και δόθηκαν σ’ αυτούς αρκετές αρμοδιότητες. Ετσι συνόδευαν τους στρατιώτες στον πόλεμο και τους εμψύχωναν με τα τραγούδια τους, μεσολαβούσαν για τη σύναψη ειρήνης, διαπραγματεύονταν τους όρους της και ήταν κήρυκες των ηγεμόνων, των οποίων είχαν την εύνοια. Εμεναν μάλιστα στις αυλές τους.
Την αίγλη των βάρδων όμως και τα προνόμια που απολάμβαναν, επρόκειτο να τα διαδεχτεί ο παραμερισμός και η καταδίωξη. Οταν οι περιοχές στις οποίες ζούσαν, κυριεύτηκαν από την Αγγλία, τα τραγούδια τους θεωρήθηκαν ύποπτα και πολλοί απ’ αυτούς καταδικάστηκαν σε θάνατο, με το δικαιολογητικό ότι εξωθούσαν τους υπόδουλους λαούς σε επανάσταση με τα πατριωτικά άσματα που έψαλλαν.
Η λέξη βάρδος χαρακτηρίζει σήμερα μεταφορικά κάθε ποιητή που έχει ανώτερη έμπνευση.