Στην αρχαιότητα σήμαινε έναν περιφραγμένο τόπο με πολλά δέντρα και με άγρια ζώα, που χρησιμοποιόταν για κυνήγι και αναψυχή. Η λέξη αυτή έχει περσική προέλευση.
Στην Παλαιά Διαθήκη, ο όρος παράδεισος χρησιμοποιήθηκε στη μετάφραση των Εβδομήκοντα και δηλώνει τον τόπο που είχε παραχωρήσει αρχικά ο Θεός στους πρωτόπλαστους, δηλαδή την Εδέμ, που τοποθετείται μεταξύ των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη. Εκεί υπήρχαν και όλα τα αγαθά, ενώ το τοπίο ήταν γεμάτο δέντρα και ζώα. Ο Αδάμ και η Εύα όμως, δε στάθηκαν αντάξιοι της καλοσύνης του Θεού κα παρέβηκαν την εντολή του, γι’ αυτό και εκδιώχθηκαν από τον παράδεισο.
Σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, ο παράδεισος είναι ένας ουράνιος τόπος, όπου οι ψυχές των δίκαιων ανθρώπων και των αγίων ζουν μαζί με τους αγγέλους κοντά στο Θεό. Τα κλειδιά της εισόδου του τα κρατά ο Αγιος Πέτρος.
Την ύπαρξη παραδείσου παραδέχονται εκτός από το χριστιανισμό και οι άλλες μονοθεΪστικές θρησκείες, η εβραϊκή και η μωαμεθανική, που δέχονται επίσης την ύπαρξη κόλασης όπου ζουν και τιμωρούνται οι ψυχές των άδικων και αυτών που αρνήθηκαν το Θεό.
Η διδασκαλία για τον παράδεισο κέντρισε τη φαντασία πολλών ζωγράφων και λογοτεχνών, που προσπάθησαν να τον αποδώσουν. Ανάμεσα σ’ αυτούς είναι ο Καστροφύλακας, ο Φρα Αντζέλικο, ο Δάντης, κ.ά.